- άμπυξ
- Όνομα μυθολογικών προσώπων.
1. Θεσσαλός, γιος του Τιτάρονα ή Τιταίρονα· τον σκότωσε o γιος του, μάντης Μόψος.
2. Θεσσαλός, πατέρας του Φήμιου, επώνυμου ήρωα των Φημιών στην Αρναία.
3. Πρόγονος του Πατρέα, επώνυμου ήρωα των Πατρών.
4. Πατέρας του Αργοναύτη Ίδωμνα.
5. Λαπίθης· σκότωσε τον κένταυρο Έχεθλο.
* * *ἄμπυξ (-υκος), ο (Α)1. διάδημα, ταινία για το δέσιμο τών μαλλιών τών γυναικών2. προμετωπίδιο αλόγου3. στεφάνη τροχού4. στη Μυκηναϊκή η λ. απαντά σε πινακίδες στην Πύλο με τις σημ. 1, 2 (a-pu-ke).[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμ- (< πρόθ. ἀνα-, με αποκοπή και αφομοίωση) + πύξ, που απαντά στον ποιητ. τ. πύκα «πυκνός, στερεός». Η λ. συνδέεται με το αβεστ. pusā «διάδημα, στέμμα» < ΙΕ *pukā ρίζα puk «συνωθώ, περικλείω, περικυκλώνω» (πρβλ. πρόσφυξ: φυγή).ΠΑΡ. αρχ. ἀμπυκάζω, άμπυκτήρ, ἀμπύκωμα.ΣΥΝΘ. αρχ. ἑλικάμπυξ, λευκάμπυξ, ἀνάμπυξ, κυανάμπυξ, μονάμπυξ, λιπαράμπυξ, ἱμεράμπυξ, χρυσάμπυξ, εὐάμπυξ, ἀμπυκFοργός].
Dictionary of Greek. 2013.